Ένας και πλέον μήνα πέρασε από το θάνατο του Βαγγέλη Γιακουμάκη. Οι περισσότερες φωνές σιώπησαν πια. Λύθηκε, άραγε, το πρόβλημα του bullying, του σχολικού εκφοβισμού; Η απάντηση είναι ρητή και κατηγορηματική: όχι. Δεν είναι ένα απλό φαινόμενο που εξαλείφθηκε. Το bullying υπήρχε και, δυστυχώς, θα συνεχίσει να υπάρχει αν δεν γίνει μία συντονισμένη και συλλογική προσπάθεια από όλους τους αρμόδιους φορείς και κοινωνικές δομές.
Τη φρενίτιδα στα Μέσα Ενημέρωσης τις πρώτες μέρες της υπόθεσης Γιακουμάκη ακολούθησε η απουσία οποιασδήποτε αναφοράς του θέματος. Για ακόμα μία φορά, σταθήκαμε, ως κοινωνία, στην κορυφή του προβλήματος. Όλα κυλούν σα να μη συνέβη ποτέ τίποτα. Στόχος του κειμένου αυτού, λοιπόν, είναι να αναδείξει το πραγματικό πρόβλημα και όχι το εμπορικό κομμάτι αυτού.
Το πραγματικό πρόβλημα είναι το τι συμβαίνει τώρα στα σχολεία. Μία μάστιγα της σχολικής κοινότητας ,που την ταλανίζει χρόνια. Δε θα σταθώ στο τι είναι το bullying. Θα ήταν ανόητο. Όλοι το έχουμε βιώσει είτε ως θύτες είτε ως θύματα είτε ως αυτόπτες μάρτυρες. Το κρίσιμο είναι το ποια πορεία πρέπει να ακολουθηθεί για να δοθεί ένα τέλος.
Συνεχίζοντας, θα επικεντρωθώ σε δύο βασικότατους πυλώνες για τη ζωή ενός μαθητή: το σχολείο και την οικογένεια.
Επιλέγω να ξεκινήσω με το χώρο του σχολείου. Αυτό διότι εκεί συναντάται το φαινόμενο, αν και δεν ξεκινάει εκεί η ανάπτυξη του. Ωστόσο, είναι το καταλληλότερο περιβάλλον αντιμετώπισης. Ο λόγος είναι ο ηθικοπλαστικός ρόλος του θεσμού. Οι διδάσκοντες λειτουργούν ως παραδείγματα. Το ζητούμενο είναι με τη στάση τους και τη συμπεριφορά τους απέναντι σε όλους τους μαθητές να μην πυροδοτούν το bullying, δημιουργώντας κλίμα διακρίσεων και ομάδες «καλών και κακών» παιδιών. Ακόμη, αναγκαίες θα ήταν συζητήσεις ουσίας, όχι όπως συμβαίνει με τις συζητήσεις-παρωδίες που πραγματοποιούνται στα πλαίσια μίας εκστρατείας του υπουργείου. Μάλιστα, ούτε αυτό δεν έγινε σε πολλά σχολεία όπως πιστοποιούν μαθητές της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, ακόμα και μετά το θάνατο του Βαγγέλη. Λύση δεν είναι η τιμωρία εν είδει αποβολών και στοχοποιήσεων, αυτό πυροδοτεί τη συνέχεια. Λύση είναι η εκ των προτέρων δημιουργία ενός κλίματος μέσα στη σχολική κοινότητα που δε χωρά τέτοιου είδους συμπεριφορές.
Κάτι αντίστοιχο πρέπει να γίνει και όσον αφορά τον έτερο προαναφερθέντα πυλώνα. Ο ρόλος του γονέα είναι ακόμα πιο κρίσιμος από του διδάσκοντος σε σχέση με την πρόληψη. Όπως προαναφέρθη, οι ρίζες του bullying βρίσκονται στην οικογένεια. Συμπεριφορές γονέων όπως η αδιαφορία, η αμέλεια, η απαξίωση, βίαιη αντιμετώπιση, έλλειψη στήριξης και εμπιστοσύνης οδηγούν τα παιδιά σε αντίστοιχες συμπεριφορές απέναντι στους συμμαθητές τους. Ακόμα, όμως και στη συνέχεια, η συμπαράσταση του γονέα μπορεί να είναι κομβική. Η λέξη bullying θα πρέπει να βγει από τα ταμπού των συζητήσεων μεταξύ γονέων και παιδιών. Αφενός, δηλαδή, οι γονείς να μιλούν και να προϊδεάζουν για την ύπαρξη του φαινομένου και, αφετέρου, να ενθαρρύνουν και να επιδιώκουν συζητήσεις ακόμα και όταν δεν είναι εμφανές το πρόβλημα.
Τελειώνοντας, θα ήθελα να εκφράσω μία προσωπική επιθυμία-ευχή,ο θάνατος του Βαγγέλη Γιακουμάκη να μην ήταν ένα μιντιακό πυροτέχνημα, ένα ακόμη τραγικό γεγονός που έγινε αντικείμενο εκμετάλλευσης τους χρησιμοθήρες ιθύνοντες των Μέσων Ενημέρωσης. Αντίθετα, να γίνει αφόρμηση και εφαλτήριο για την αλλαγή μίας δραματικής κατάστασης που επικρατεί εδώ και χρόνια στα σχολεία. Η κληρονομιά του Βαγγέλη ας είναι η αποβολή του bullying απ’ τα σχολεία και τις καρδιές των μαθητών..
ΤΟΥ Γιώργου Δράκου