Πώς μία Κυβέρνηση δίχως νωπή λαϊκή εντολή αποφασίζει για εθνικά θέματα δεσμέυοντας μια ολόκληρη χώρα; Πώς μια Κυβέρνηση λαμβάνει αποφάσεις με ad hoc δεδηλωμένες ψήφους εμπιστοσύνης και πλειοψηφίες; Γιατί μία ειρηνική διαδήλωση να αμαυρωθεί με επεισόδια και τραυματίες; Ερωτήματα κρίσιμα, ωστόσο αναπάντητα.
Ένα ηχηρό «όχι» έλαβε η Κυβέρνηση για την εθνική υποχώρηση στο Μακεδονικό από τους 60.000 και πλέον συμμετέχοντες στο συλλαλητήριο για την Μακεδονία, την Κυριακή, 20 Ιανουαρίου. Ούτε όμως αυτό φαίνεται αρκετό για να ταρακουνήσει μία Κυβέρνηση, που κρύβεται -όπως οι εκπρόσωποί της διαμηνύουν άλλωστε- πίσω από το Συνταγματικό παραθυράκι, της «Κυβέρνησης ανοχής». Και πράγματι, το Σύνταγμα δεν επιβάλλει σε καμία Κυβέρνηση, σε κανέναν Πρωθυπουργό να παραιτηθεί, άπαξ και έχει λάβει ψήφο εμπιστοσύνης. Ακομή και ούτε ένα άρθρο, ενός νομοσχεδίου να μην «περνάει», το Σύνταγμα δεν επιτάσσει την απομάκρυνση της Κυβέρνησης. Το επιτάσσει όμως η λογική, η ηθική και το περί δικαίου αίσθημα, σε όποιον ωστόσο τα κατέχει. Πώς λοιπόν, ή καλύτερα γιατί, μια Κυβέρνηση μπορεί και αποφασίζει για κρίσιμα εθνικά ζητήματα, αντιμέτωπη με έντονες λαϊκές αντιδράσεις;
Εύκολα σπεύδουν όλοι να ζητήσουν Δημοψήφισμα. Και ποιος άλλωστε δεν θα ήθελε Δημοψήφισμα, το αμεσότερο μέσο έκφρασης που παρέχεται στον πολίτη, σε μία εξιδανικευμένη Δημοκρατία; Η απάντηση είναι όχι. Όχι, γιατί ο κόσμος δρα με το θυμικό, με την αγανάκτηση. Ακόμη χειρότερα, ο κόσμος μπορεί να χειραγωγηθεί, να ψηφίσει κάτι, γιατί αυτό του επέβαλλαν. Γιατί ο κόσμος μπορεί να υστερεί σε γνώσεις ή σε ικανότητες διαχείρισης εθνικών ζητημάτων και διαπραγματεύσεων. Μήπως θα ήταν αρκετή μία ευρεία συναίνεση του πολιτικού κόσμου; Μήπως θα έπρεπε να ρωτήσεις και τους άλλους προτού δεσμεύσεις την χώρα; Και πάλι όμως, αν δεν ακούσεις τον λαό, ποιον θα ακούσεις; Αν δεν αφουγκραστείς αυτόν που σε επέλεξε να τον εκπροσωπείς, ποιο το νόημα της εκπροσώπησης; Αν αυτό που αποφασίζεις, δεν εκφράζει τον εντολοδόχο σου, δεν παραβιάζεται έτσι η σχέση «εντολής» που σας ενώνει; Πώς θα μιλήσει, πώς θα σε πείσει ένας λαός που ασφυκτιά να τον ακούσεις, μα εσύ κλείνεις τα αυτιά και συνεχίζεις το αφήγημά σου;
Με ένα συλλαλητήριο. Τι πιο δραστικό από μία μαζική διαδήλωση, από μία συντεταγμένη εκδήλωση της αγανάκτησης του λαού; Είναι επόμενο σε μία τόσο μαζική κινητοποίηση να να δεις κάθε καρυδιάς καρύδι. Ανθρώπους με διαφορετικές καταβολές, από διαφορετικές περιοχές. Μικρούς και μεγάλους. Μαθητές, Φοιτητές, Εργαζόμενους και Ανέργους, Συταξιούχους. Φανατισμένους και μη. Ακόμη και ανθρώπους που δεν είναι και απολύτως σίγουροι γιατί διαδηλώνουν. Με ένα όμως κοινό. Την αγανάκτηση. Ο καθένας την δικιά του. Αγανάκτηση για την Κυβέρνηση, αγανάκτηση για την οικονομία, για την παιδεία, για την κοινωνία. Αγανάκτηση για την Μακεδονία.
Και ενώ όλα πηγαίνουν μια χαρά, θα βρεθούν 30 εγκάθετοι και θα τα κάνουν όλα λαμπόγυαλο. Όχι από κάποια φιλοσοφία. Απλά γιατί μπορούν. Το έργο είναι χιλιοπαιγμένο. Και ενώ ο λαός ασφυκτιούσε μέχρι πρότινος να τον ακούσει κάποιος, σύντομα ασφυκτιά από τα δακρυγόνα και τα χημικά.Κανείς όμως δεν θα τα βάλει με τους 30 ταραξίες. «Για όλα φταίει η αστυνομία».Και πριν καλά καλά προλάβεις να συνειδητοποιήσεις τι συμβαίνει, οικογένειες με παιδάκια τρέχουν να γλιτώσουν από τα χημικά, άνθρωποι κείτονται αιμόφυρτοι, δημοσιογράφοι δέχονται πυρά από παντού.
Φτάνει! Γιατί μία ειρηνική διαδήλωση να αμαυρωθεί με επεισόδια και τραυματίες; Γιατί; Γιατί να κερδίσει πάλι ο φανατισμός; Γιατί να επιτεθείς σε οικογένειες, σε παιδιά και ηλικωμένους; Γιατί; Σίγουρα θα γεμίσουν τα πρωτοσέλιδα. Σίγουρα το πλήθος θα αποπροσανατολιστεί για λίγο από το μείζον ζήτημα της ψηφοφορίας και το ακόμη πιο μείζον της σταδιακής Συνταγματικής εκτροπής. Σίγουρα πάλι, κάποιος θα βγει κερδισμένος, στην πλάτη του λαού, που τόσο πολύ αγανακτούσε να ακουστεί, όμως και πάλι τον περιπαίξανε. Μήπως όμως τελικά, κάθε λαός, έχει όντως τους ηγέτες που του αξίζουν;
-Οδυσσέας Νασιμπιάν